Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

Η αλήθεια του γιατί λέμε ψέματα

Ερωτώμενος ευθέως, ο μέσος φυσιολογικός ενήλικας θα απαντούσε «φυσικά και είναι κακό να λέμε ψέματα». Μερικά λεπτά αργότερα, όμως, θα αρνιόταν να απαντήσει σε κάποιο ενοχλητικό τηλεφώνημα λέγοντας «δεν είμαι εδώ» και θα δικαιολογούσε την οκνηρία του να βγει το βράδυ με φίλους λέγοντας «είμαι πολύ κουρασμένος». Το συμπέρασμα είναι απλό, πανανθρώπινο και -κατά έναν νοσηρά αλληλέγγυο λόγο- σιωπηλά αποδεκτό: Όλοι λέμε ψέματα.

Οι άνδρες, για την ακρίβεια, δείχνουν να λένε κάμποσα παραπάνω ψέματα από τις γυναίκες-όπως τουλάχιστον αποκάλυψε σχετικά πρόσφατη έρευνα του Βρετανικού Science Museum- ενώ νιώθουν αρκετά λιγότερες τύψεις γι’αυτό. Τα συχνότερα ψέματά τους απευθύνονται στις μητέρες τους, αμέσως μετά στις συντρόφους τους και έχουν να κάνουν με το πόσο ήπιαν ή με την ερώτηση «τι έχεις;» (συχνότερη ψευδής απάντηση: «δεν έχω τίποτα, μια χαρά είμαι»). Και αυτή η έρευνα, πάντως, επιβεβαιώνει το παραπάνω συμπέρασμα: Το 84% των ανθρώπων πιστεύουν ότι υπάρχει «αποδεκτό ψέμα», ότι είναι προτιμότερο, δηλαδή, να πει κανείς κάποιο αθώο ψέμα από το να πληγώσει κάποιον

Το ψέμα, βέβαια, ίσως να μην αποτελούσε αμαρτία αν μοναδικός του σκοπός ήταν να προστατεύει τα αισθήματα των άλλων. Οι λόγοι, δηλαδή, για τους οποίους λέμε ψέματα μπορεί να είναι εντελώς αθώοι, με μοναδικό σκοπό να μην έρθουμε ή να μην φέρουμε κάποιον σε δύσκολη θέση, αλλά μπορεί να είναι και κακόβουλοι και κακοπροαίρετοι, με σκοπό να σώσουμε το «τομάρι» μας ή και να βλάψουμε κάποιον. Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα όταν κανείς χρησιμοποιεί το ψέμα συστηματικά για να επιβιώνει από διάφορες καταστάσεις –για να μην φτάσουμε σε περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν κάνει το ψέμα τρόπο ζωής, τόσο που δυσκολεύονται και οι ίδιοι να το ξεχωρίσουν από την αλήθεια. 

Τι φταίει; 
Τι είναι, όμως, αυτό που μας κάνει τελικά να λέμε ψέματα, ενώ γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο είναι λάθος και ότι πιθανώς να υποστούμε δυσάρεστες συνέπειες από τους γύρω μας όταν μαθευτεί η αλήθεια; Ένας προφανής λόγος για τον οποίον λέμε ψέματα είναι ότι είναι εύκολο. Ειδικά αν το ψέμα είναι μικρό, αθώο, δεν επιφέρει συνέπειες αν αποκαλυφθεί ή οι συνέπειες είναι ασήμαντες, είναι πολύ πιο εύκολο να πούμε ένα γρήγορο, «εύπεπτο» ψέμα, από το να δίνουμε εξηγήσεις που πιθανώς να μην αρέσουν ή ακόμα και να μην γίνουν πιστευτές. 

Ένας βαθύτερος λόγος, όμως, βρίσκει τις ρίζες του στην κουλτούρα μας, η οποία, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, διδάσκει τα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία να λένε μικρά -«λευκά»- ψέματα. Η ψυχίατρος Gail Saltz, του Presbyterian Hospital της Νέας Υόρκης παρατηρεί συνεχώς γονείς να λένε στα παιδιά τους «πες στην θεία πόσο ωραία είναι σήμερα» ή «πες στην γιαγιά πόσο πολύ την αγαπάς». Όσο αθώο, ακόμα και χαριτωμένο, ακούγεται αυτό όταν τα παιδιά είναι μικρά, μεγαλώνοντας αυτά μαθαίνουν να χρησιμοποιούν τέτοιες συναισθηματικά φορτισμένες εκφράσεις για να εκμεταλλεύονται προς όφελός τους καταστάσεις. 

Ο καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου New England, στο Μέιν των ΗΠΑ, δρ. David L. Smithυποστηρίζει ότι η τάση να λέμε ψέματα είναι «ένα πολύ φυσικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό»«Το ψέμα σου επιτρέπει να χειραγωγείς τον τρόπο με τον οποίον θέλεις να σε βλέπουν οι άλλοι», συνεχίζει ο δρ. Smith, εξηγώντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι λέμε ψέματα επειδή επιδιώκουμε με αυτά να δείχνουμε καλύτεροι, σπουδαιότεροι, πιο αρεστοί από όσο πιστεύουμε ότι είμαστε. Η ανάγκη, λοιπόν, θετικής ένταξης στο κοινωνικό σύνολο, στον χώρο εργασίας μας, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, είναι ένας ακόμα λόγος για τον οποίον λέμε ψέματα. 
της Έλενας Μπούλια περισσότερα